αρχική
σελίδα
σύντομη
περιγραφή
οδηγίες
έκθεσης
νομικό
πλαίσιο
εξοπλισμός και διαδικασίες μέτρησης αποτελέσματα
μετρήσεων
επιδημιολογία

 

ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ

Ως επιδημιολογία μπορεί να οριστεί ο κλάδος της επιστήμης που μελετά την εξάπλωση μιας ασθένειας σε διάφορους πληθυσμούς (ανθρώπους, ζώα κ.λ.π.) και τους λόγους που επηρεάζουν αυτή την εξάπλωση. Σε αντίθεση με την κλινική ιατρική, όπου δίδεται έμφαση στη θεραπεία του ατόμου, η επιδημιολογία ασχολείται με την εκτίμηση διαφόρων μορφών ασθενειών που αναπτύσσονται μέσα σε ομάδες ατόμων. Συνεπώς, τα συμπεράσματα που εξάγονται από τις επιδημιολογικές μελέτες είναι γενικού ενδιαφέροντος και δεν απευθύνονται σε συγκεκριμένα άτομα.

Η επιδημιολογία έχει αποδειχθεί μεγίστης σημασίας στην προσπάθεια μελέτης των επιπτώσεων διαφόρων φυσικών και χημικών παραγόντων στην ανθρώπινη υγεία. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση του καρκίνου η επιδημιολογία παίζει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια  ποσοτικοποίησης του κινδύνου. Παρόλα αυτά, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ορισμένα στοιχεία στην προσπάθεια ερμηνείας των επιδημιολογικών αποτελεσμάτων, όπως αναφέρεται και στη συνέχεια.

Μεροληπτικότητα και σύγχυση

Η επιδημιολογία σε γενικές γραμμές είναι από τη φύση της περισσότερο παρατηρησιακή επιστήμη παρά πειραματική. Σε αντίθεση με τις ελεγχόμενες μελέτες, στις οποίες τα άτομα υπό εξέταση επιλέγονται με τυχαίο τρόπο για να λάβουν, για παράδειγμα, μια θεραπεία ή ένα εικονικό φάρμακο (placebo), οι επιδημιολόγοι δεν μπορούν να επηρεάσουν το ποιος θα δεχθεί ή όχι την έκθεση. Συνεπώς, οι επιδημιολογικές μελέτες μπορούν να επηρεαστούν από την μεροληπτικότητα (bias) (δηλ. τη συστηματική ροπή προς το λάθος αποτέλεσμα, ως επακόλουθο της σχεδίασης και διεξαγωγής της μελέτης) ή τη σύγχυση (confounding) (δηλ. λανθασμένα συμπεράσματα εξαιτίας της επίδρασης μιας μεταβλητής που συσχετίζεται τόσο με την έκθεση όσο και με την υπό μελέτη ασθένεια).

 Οι επιδημιολόγοι προσπαθούν γενικά να διευθετήσουν τα παραπάνω προβλήματα, επιλέγοντας καταρχήν μια κατάλληλη μορφή μελέτης και επιπλέον δίνοντας μεγάλη έμφαση στη διεξαγωγή και την ανάλυσή της. Εντούτοις, δεν είναι όλες οι μελέτες εξίσου καλές, και είναι σημαντικό να γίνεται πάντα ένας απολογισμός όσον αφορά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους.

Στατιστική ισχύς

Μια σημαντική πτυχή μιας επιδημιολογικής μελέτης είναι η στατιστική ισχύς της (statistical power), δηλ. η πιθανότητα να ανιχνεύσει έναν αυξημένο κίνδυνο καθορισμένης σημαντικότητας και με έναν συγκεκριμένο βαθμό αξιοπιστίας. Η στατιστική ισχύς θα έπρεπε κανονικά να υπολογίζεται πριν από την έναρξη μιας μελέτης, π.χ. για να αξιολογήσει την πιθανότητα διπλασιασμού του κινδύνου χρησιμοποιώντας, για παράδειγμα, έναν έλεγχο σημαντικότητας στο επίπεδο του 5%. Μόλις πραγματοποιηθεί μια μελέτη, η ακρίβειά της μπορεί να βαθμολογηθεί από το πλάτος του διαστήματος αξιοπιστίας για την εκτιμούμενη επίδραση.

Έλεγχος ή δημιουργία υπόθεσης

Είναι σημαντικό να διακριθούν οι επιδημιολογικές μελέτες, οι οποίες σχεδιάστηκαν για να εξετάσουν μια συγκεκριμένη και προηγούμενα (a priori) διατυπωμένη υπόθεση, από τις μελέτες που στοχεύουν να παράγουν τις υποθέσεις για τους πιθανούς παράγοντες κινδύνου και για τις οποίες υπάρχουν πολύ λίγα ή και καθόλου προγενέστερα στοιχεία. Θα ήταν ευκολότερο να ερμηνευθεί ένας συσχετισμός μεταξύ της παρουσίας ενός παράγοντα και του κινδύνου ασθένειας, αν υπήρχαν προγενέστεροι λόγοι οι οποίοι θα οδηγούσαν σε αυτό το συμπέρασμα. Διαφορετικά, εάν εξετάζεται μια σειρά πιθανών παραγόντων χωρίς προγενέστερη προτίμηση, τότε ένας από αυτούς μπορεί να επιφέρει κάποια θετική διαπίστωση καθαρά από τύχη.

Ερμηνεία αποτελεσμάτων

Πρέπει να τονιστεί ότι οι επιδημιολογικές μελέτες σε ανθρώπους που έχουν εκτεθεί σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία πλεονεκτούν έναντι των μελετών πάνω σε ζώα, για τον λόγο ότι παρέχουν άμεσες πληροφορίες για την υγεία των ανθρώπων σε εκθέσεις τέτοιου είδους. Επίσης, οι δυσκολίες που οφείλονται στη χαμηλή στατιστική ισχύ και στις πολλαπλές εξεταζόμενες υποθέσεις, όπως τονίστηκε παραπάνω, μπορούν να επηρεάσουν την ερμηνεία οποιασδήποτε έρευνας, η οποία απαιτεί στατιστική εκτίμηση και όχι μόνο τις επιδημιολογικές έρευνες. Η παρατηρησιακή φύση της επιδημιολογίας δημιουργεί δυσκολία στο να καταλήξουμε σε συμπεράσματα για αιτιολογικές σχέσεις βασισμένες αποκλειστικά στις επιδημιολογικές μελέτες, και τέτοιου είδους συμπεράσματα είναι δυνατά μόνο εφόσον υπάρχουν ισχυρά τεκμήρια. Ωστόσο, σε συνδυασμό με πληροφορίες από άλλες πηγές (π.χ. βασισμένες στη βιολογική εφαρμοσιμότητα, biological plausibility), οι επιδημιολογικές μελέτες μπορούν να συνεισφέρουν στην επαλήθευση της αιτιώδους συνάφειας. Επομένως, τα επιδημιολογικά πορίσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό οδηγιών που περιορίζουν την έκθεση, αν και πρέπει να αναγνωριστεί και η αξία των πληροφοριών, οι οποίες προέρχονται και από άλλες πηγές, όπως έχει ήδη αναφερθεί.